Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Άγιος Νικόδημος ο Νάξιος





ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
200 χρόνια από τον θάνατό του


«Ἡ Ἐκκλησία και οἱ πνευματικοί Πατέρες οἰκονομοῦν τα πράγματα με γνώμονα τον σεβασμό τοῦ αὐτεξουσίου τη σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, αλλά και το εὐαγγελικό πνεὓμα» Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. «Οὔτε δίκαιον εἶναι οὔτε συμφέρον κρίνεται ο φωτοειδής βίος τῶν αγαθῶν ἀνδρῶν νἀ κρύπτεται καί νά μένη δια παντός κεκρυμμένος ὐπό κάτω εἰς τό μόδιον τἠς σιωπής» αναφέρει ο ιερομόναχος Ευθύμιος, βιογράφος του Άγιου Νικόδημου.
Ο Άγιος γεννήθηκε στη Νάξο το έτος 1749 και βαπτίσθηκε με το όνομα Νικόλαος. Οι γονείς του ήταν ο Αντώνιος και η Αναστασία Καλιβούρτση.
Στη Νάξο έμαθε τα πρώτα του γράμματα κοντά σ’ ένα ιερέα της γειτονιάς του, μετά γράφεται στο σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης όπου είχε δάσκαλο τον Παπά Χρύσανθο, αδελφό του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού.
Όταν έφτασε σε ηλικία 16 χρόνων, πηγαίνει με τον πατέρα του στη Σμύρνη και γράφεται στην Ευαγγελική Σχολή· έχοντας δάσκαλο τον φωτισμένο Ιερόθεο Δενδρινό. Ανήσυχο πνεύμα ο Νικόλαος προοδεύει στα γράμματα αν και μικρός στην ηλικία «δεν επρόφθενε η γλώσσα να πει όσα ο νους εκατέβαζεν». Όλοι οι συμμαθητές του ζητούσαν βοήθεια από τον Νικόλαο «Νικόλαε γράψε μου ετούτο» ο οποίος μετά χαράς έγραφε ο άλλος «εξήγησον μοι τούτο» και με προθυμία το εξηγούσε. Ήταν ακούραστος, μελετηρός, εργατικός, υπάκουος.
Το έτος 1770 με το κάψιμο της Τουρκικής αρμάδας στο «Τζεσιμέ» από Ρωσικά πλοία λόγω των διωγμών που υφίσταντο οι Χριστιανοί στη Σμύρνη ο Νικόλαος έφυγε και γύρισε στη Νάξο, όπου προσλαμβάνεται σαν γραμματέας του Μητροπολίτη Άνθιμου Βαρδή.
Αυτήν τη περίοδο είχε την «τύχη» να γνωρίσει τους Αγιορείτες μοναχούς Γρηγόριο, Νήφωνα και Γερο – Αρσένιο.
Μοναχούς με σεμνότητα και αρετή. Είχαν εκδιωχθεί από το Άγιον Όρος γιατί άνηκαν στο καλούμενο κίνημα των Κολλυβάδων. Για τους Κολλυβάδες, το υπόδουλο Γένος έχει υποχρέωση να ανελιχθεί πνευματικά για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο του εξισλαμισμού και την πρόκληση του Ευρωπαϊκού διαφωτισμού.
Ο Νικόδημος διδάσκεται απ’ αυτούς την νοερά προσευχή, την προσευχή της καρδιάς. Στη συνέχεια μεταβαίνει στην Ύδρα για να γνωρίσει τον Μητροπολίτη Μακάριο και τον ησυχαστή Συλβέστρο του Καισαρέα. Κοντά τους γνώρισε τις αρετές του μοναχικού βίου.
Το έτος 1775 σε ηλικία 26 ετών έτοιμος πλέον αναχωρεί για το Άγιον Όρος και πηγαίνει στη Μονή Αγίου Διονυσίου. Εκεί βλέποντας την προκοπή του, την εξυπνάδα του, την ταπεινότητά του, την θέλησή του, τον παρακινούν να γίνει μοναχός. Έτσι στη Μονή Αγίου Διονυσίου γίνεται μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Ο μοναχισμός και η Εκκλησία κερδίζει ένα εξαίρετο και λαμπρό τέκνο.
Μετά το 1777 ασχολείται με τη συγγραφή βιβλίων ύστερα από παρότρυνση του Μητροπολίτη Κορίνθου Μακάριου, γράφει την «Φιλοκαλία» και διορθώνει τον «Ευεργετινόν» και το «Περί συνεχούς μεταλήψεως». Την εποχή εκείνη ακούγεται ότι στη Ρουμανία υπάρχει ο δάσκαλος Παΐσος ο Ρώσος που διδάσκει τη νοερά προσευχή, ξεκινάει ταξίδι για να τον συναντήσει. Όμως μετά τον απόπλου συνάντησαν μεγάλη τρικυμία και ύστερα από ημέρες ταλαιπωρίας στην φουρτουνιασμένη θάλασσα έφτασαν στη Θάσο. Εκεί ο Νικόδημος άλλαξε σχέδια (θέλημα Θεού) και γύρισε πίσω στο Άγιο Όρος όπου εγκαταστάθηκε σε απομονωμένο κελί του «Αγίου Αθανασίου» αγωνιζόμενος στην πνευματική άσκηση και στην αδιάλειπτη προσευχή.
Ύστερα από λίγο καιρό έρχεται από τη Νάξο και εγκαθίσταται σε σκήτη της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος ο μοναχός Αρσένιος ο Πελοποννήσιος. Ο Νικόδημος όταν έμαθε τον ερχομό του ζήτησε και έγινε υποτακτικός του.
Ο Όσιος Νικόδημος αφοσιώνεται στους πνευματικούς αγώνες, στη νηστεία και στη συγγραφή βιβλίων. Αναδεικνύεται το χέρι του «κάλαμος συγγραφέως ὀξυγράφου» πλήθος τα συγγράμματα, οι ύμνοι, οι ακολουθίες.
Το 1782 μεταβαίνει με τον Αρσένιο στη Σκύροπούλα. Η διαβίωση στο νησάκι ήταν πολύ δύσκολη καθ’ όσον είναι άγονο και έρημο. Αλλά είναι γεμάτος χαρά και ευτυχία επειδή ασκείτο συνεχώς στη νοερά προσευχή. Εδώ έγραψε πολυσέλιδο βιβλίο με τίτλο «Συμβουλευτικό».
Το 1783 γυρίζει στο Άγιο Όρος, παίρνει το Αγγελικό σχήμα και εγκαθίσταται σε καλύβα στην σκήτη του Παντοκράτορος.
Η διδασκαλία του προέρχεται από την ασκητική ζωή του, την αμεσότητα προσέγγισης του Θείου, τη νοερά προσευχή, τη βαθύτατη θεολογική γνώση. Εργάζεται συνεχώς για την επιστροφή στη γνήσια ορθόδοξη παράδοση. Με το παράδειγμα της ζωής του, την ταπεινότητά του, την αυτογνωσία συνέβαλε τα μέγιστα στην πνευματική ανέλιξη του ανθρώπου και στην προβολή της ορθόδοξης πνευματικότητας.
Υπήρξε ένας από τους ηγέτες του αναγεννητικού Φιλοκαλικού κινήματος που ειρωνικά οι εχθροί του αποκάλεσαν «Κολλυβάδικο». Οι εκπρόσωποι του μεταξύ αυτών και ο Άγιος Νικόδημος μάχονται ενάντια στις προλήψεις, τις δεισιδαιμονίες, της αμάθειας του αθεϊσμού.
Το 1784 μετά από προτροπή και πάλι του Μητροπολίτη Κορίνθου Μακάριου διορθώνει και εκδίδει τα συγγράμματα του Άγιου Συμεών. Συγγράφει το «Εξομολογητάριον», το «Θεοτοκάριον», τον «Αόρατον Πόλεμον», το «Μαρτυρολόγιον», τα «Πνευματικά γυμνάσματα». Ακολούθησε το «Πηδάλιον» με το οποίο κατατάσσει και ερμηνεύει τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας.
Την περίοδο που διέμεινε στο κελί των Σκουρταίων και αργότερα στο κοινόβιο του οσίου γέροντος Σιλβέστρου του Καισαρέα γράφει τη «Χρηστοηθείαν» και διορθώνει τα εγκώμια του Επιτάφιου.
Η ασκητική του ζωή εκπλήσσει τους πάντες. Ο Ευθύμιος λέγει «Η τροφή του ήταν ρύζι νερόβραστο και τον περισσότερο καιρό το προσφάι του ήταν ελιές και κουκιά μουσκεμένα, εάν δε, εύρισκε ποτέ ψάρια τα έδινε στους γείτονες και τα έτρωγαν μαζί. Ο χαρακτήρας του απλός, ανεξίκακος, πράος. «Εγώ είμαι το τίποτε» έλεγε διώχνοντας μακριά τον εγωισμό. Συγχωρεί τους ανθρώπους που τον συκοφαντούν στηρίζει και συμβουλεύει και παρηγορεί αυτούς που έχουν ανάγκη, που πονούν.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του γράφει τον «Συναξαριστή», το «Εορτοδρόμιο», τη «Νέα Κλίμαξ», την «Ομολογία της εαυτού πίστεως».
Κατά το έτος 1806 η υγεία του επιδεινώνεται λόγω της έντονης σωματικής εξάντλησης, των κακοπαθειών, της κακής διατροφής. Ζώντας ακόμη τρία έτη με προσευχή και νηστεία παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό την 14η Ιουλίου 1809. Όλος ο βίος του υπήρξε ένας αδιάκοπος συγγραφικός αγώνας θυσίας και προσφοράς προς το υπόδουλο γένος των Ελλήνων.
«Η καρδιά είναι ο θάλαμος του νοῦ δηλαδή της ψυχῆς ο μυστικός και ἀπόκρυφος και διατρέχει τον κίνδυνο της βλάβης» Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

                                                                          Νάξος Ιούλιος 2009
                                                                          Γρυλλάκης Θανάσης