Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Ιδέα του αγαθού ( Πλάτωνος Πολιτεία )



                          
                                             

                                                       ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ


     «Τούτο τοίνυν τό τήν αλήθειαν παρέχον τοίς γιγνωσκομένοις και τώ γιγνώσκοντι την δύναμιν αποδιδόν την του αγαθού ιδέαν φάθι είναι' αιτίαν δ’ επιστήμης ούσαν και αληθείας, ως γιγνωσκομένης με διανόου, ούτω δε καλών αμφοτέρων όντων, γνώσεως τε αληθείας, άλλο και κάλλιον έτι τούτων ηγούμενος αυτό ορθώς ηγήση»,……………
       Αυτό λοιπόν που χορηγεί στα νοητά πράγματα την αλήθεια και στο νού την δύναμη να τα γνωρίζει, αυτό να λές ότι είναι η ιδέα του αγαθού' κι αυτό να έχεις στο νού σου πώς είναι η αιτία της επιστήμης και της αλήθειας, όταν γίνεται αντικείμενο γνώσης και ενώ είναι τόσο ωραία και τα δύο τους δηλαδή η γνώση και η αλήθεια, αυτό είναι διαφορετικό και ακόμα πιο πολύ ωραιότερο τους……….
     «εν τώ γνωστώ τελευταία η του αγαθού ιδέα και μόγις οράσθαι, οφθείσαι δε συλλογιστέα είναι ως άρα πάσι πάντων αύτη ορθών τε και καλών αιτία έν τε ορατώ φώς και τον τούτου κύριον τεκούσα, έν τε νοητώ αυτή κυρία αλήθειαν και νούν παρασχομένη, και ότι δεί ταύτην ιδείν τον μέλλοντα εμφρόνως πράξειν ή ιδία ή δημοσία»…
      Μέσα στο νοητό κόσμο τελευταία που παρουσιάζεται είναι η ιδέα του αγαθού μόλις και μετά βίας τη βλέπει κανείς, όταν όμως μια φορά την δεί συμπεραίνει ότι αυτή είναι η αιτία του κάθε καλού και ορθού και αυτή είναι που γέννησε μέσα στον ορατό κόσμο το φώς και τον κύριο του φωτός και μέσα στο νοητό αυτή είναι η κυρία που χαρίζει την αλήθεια και το νού, και ότι πρέπει σ΄αυτή να αποβλέπει όποιος έχει σκοπό να πράξει ( να ενεργήσει) με φρόνηση και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο……
    ..«Τον ήλιον τοις ορωμένοις ου μόνον οίμαι την του οράσθαι δύναμην παρέχειν φήσεις, αλλά την γένεσιν και αύξην και τροφήν, ου γένεσιν αυτόν όντα.- Πώς γάρ;- Και τοις γιγνωσκομένοις τοίνυν μη μόνον το γιγνώσκεσθαι φάναι υπό του αγαθού παρείναι, αλλά και το είναι τε και την ουσίας υπ’ εκείνου αυτοίς προσείναι, ούκ ουσίας όντος του αγαθού, αλλ’ έτι επέκεινα της ουσίας πρεσβεία και δυνάμει υπερέχοντος»…. 
       Ο ήλιος πιστεύω να παραδέχεσαι πώς όχι μόνο δίνει στα ορατά αντικείμενα τη δύναμη να βλέπονται, αλλά και τη γέννηση και την αύξηση και την τροφή, χωρίς να είναι αυτός η γέννηση. -Βέβαια- Κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν πρέπει να λέμε ότι και τα αντικείμενα τα νοητά στο αγαθό χρωστούν όχι μόνο το ότι γνωρίζονται, αλλά πώς από εκείνο έχουν και το είναι και την ουσία τους, χωρίς να είναι ουσία το αγαθό, αλλά πολύ παραπέρα και ψηλότερα από την ουσία κατά τα πρωτεία και τη δύναμη…….........

    Από τα παραπάνω σκέφτεται και συμπεραίνει κανείς ότι η ιδέα του αγαθού «το αγαθόν», που αναφέρει ο Σωκράτης δεν είναι άλλη από τον Θεό….είναι λέει  αυτή που γέννησε τα οράτα και τα νοητά αντικείμενα του Σύμπαντος και τα τοποθέτησε με τάξη και αρμονία... είναι αυτή που χαρίζει την αλήθεια κ το φώς… «Εγώ ειμί τό φώς τού κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μή περιπατήση εν τή σκοτία αλλ΄ έξει τό φώς τής ζωής» ...διαβάζουμε στο  Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.

    

       

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Αγαπη (2)



                                                                        ΑΓΑΠΗ (2)
                                                       Πρός Κορινθίους Α' ιγ 1-13          
                                                          


Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσομαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι.
Εάν υποθέσουμε ότι μιλώ τις γλώσσες των ανθρώπων, ακόμη και των αγγέλων, δεν έχω όμως αγάπη, οι λόγοι μου ακούονται, σαν χάλκινος κώδωνας ή κύμβαλο που βγάζει κραυγές (κενοί περιεχομένου) . Και εάν έχω το χάρισμα της προφητείας και κατέχω όλα τα μυστήρια του Θεού και όλη τη γνώση, και εάν ακόμη έχω όλη την πίστη, ώστε να μετακινώ όρη, δεν έχω όμως αγάπη, δεν είμαι τίποτε. Και εάν διαθέσω τα υπάρχοντά μου στους πτωχούς, και εάν παραδώσω το σώμα μου για να καώ, δεν έχω όμως αγάπη, δεν ωφελούμαι σε τίποτε από αυτές τις θυσίες.
Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ· πάντα στέγει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει.
Εκείνος ο οποίος αγαπάει είναι μακρόθυμος κι ανεκτικός, είναι καλωσυνάτος, ευργετικός και ωφέλιμος, δε ζηλοφθονεί, δεν υπερηφανεύεται, δεν φέρεται με αλαζονεία και έπαρση, δεν πράττει άσχημα, δε ζητεί τα δικά του συμφέροντα, δε ερεθίζεται από θυμό και οργή, δε σκέπτεται ποτέ κακό κατά του συνανθρώπου του, ούτε λογαριάζει το κακό που έπαθε από αυτόν. Δεν χαίρεται όταν βλέπει να γίνεται αδικία, χαίρεται όμως όταν βλέπει την αλήθεια να επικρατεί. Η αγάπη τα πάντα ανέχεται, τα πάντα εμπιστεύεται, για πάντα ελπίζει, τα πάντα υπομένει.
Ἡ άγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει· εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις καταργηθήσεται. ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν· ὅταν δὲ ἔλθη τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται. ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμουν· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ έπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην.
Η αγάπη ποτέ δεν εκπίπτει αλλά μένει πάντοτε ισχυρή: τα χαρίσματα είτε είναι προφητείες θα καταργηθούν, είτε είναι ξένες γλώσσες θα σταματήσουν, είτε είναι γνώση θα καταργηθεί και αυτή. Διότι τώρα εν μέρει και όχι τέλεια γνωρίζουμε και προφητεύουμε, όταν όμως έλθει το τέλειον, τότε το μερικό και ατελές θα καταργηθεί. Όταν ήμουν νήπιο, ως νήπιο μιλούσα, ως νήπιο σκεπτόμουν, ως νήπιο συλλογιζόμουν. Όταν όμως έγινα άνδρας, κατήργησα πλέον εκείνα τα νηπιώδη. Διότι τώρα βλέπομε όπως σε ένα κάτοπτρο θαμπά και μας μένουν ανεξήγητα αινίγματα. Όταν όμως έλθει το τέλειο, θα ιδούμε φανερά και καθαρά, όπως πρόσωπο με πρόσωπο. Τώρα γνωρίζω μόνον ένα μέρος της αλήθειας, τότε όμως θα λάβω τόσο τέλεια γνώση, όσο με γνωρίζει ο Παντογνώστης.
νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ άγάπη.
Αυτά θα γίνουν, τώρα δε μένουν η πίστις, η ελπίς, η αγάπη, αυτά τα τρία: μεγαλύτερη δε από αυτά είναι η αγάπη.